(μία οφειλόμενη απάντηση στον Νίκο Ν. Μάλλιαρη)
Αλέξανδρος Σχισμένος – Νίκος Ιωάννου
Είναι η κατάρα σχεδόν όλων των μεγάλων φιλοσόφων να αποκτούν, μεταθανάτια, σέχτες οπαδών και σχολιαστών που με ζήλο μάχονται για να διαφυλάξουν την κληρονομιά του ειδώλου τους στο ιδιωτικό τους οστεοφυλάκιο με πρόσχημα την ορθοδοξία. Συνέβη στον Πλάτωνα, στον Αριστοτέλη, στον Χέγκελ, στον Μαρξ, ήταν επόμενο να συμβεί, εσχάτως, και στον Καστοριάδη.
Κάποιοι ανέρχονται τις βαθμίδες της ακαδημαϊκής κοινότητας (βλ. Κράτος, εξουσία, αυτονομία) ισχυριζόμενοι ότι ο Καστοριάδης ήταν υπέρ του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού (φιλελεύθερης ολιγαρχίας σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Καστοριάδη). Κάποιοι άλλοι κατοικούν υπεράνω της κοινωνίας, με την απόσταση του κριτή, προσδοκώντας έναν καλύτερο κόσμο να αναδυθεί από μόνος του. Και οι δύο κατηγορίες αρνούνται το κεντρικό οντολογικό και πολιτικό δίδαγμα του Καστοριάδη, την συνεχή δημιουργικότητα της ανθρώπινης Ιστορίας, την διαρκή ένταση ανάμεσα στο θεσμισμένο και το θεσμίζον κοινωνικό φαντασιακό και την προτεραιότητα της πράξης έναντι της θεωρίας. Οι απόπειρές τους να απολιθώσουν την σκέψη του Καστοριάδη καταρρέουν φυσικά, μπροστά στην ίδια αυτή τη σκέψη, που είναι σκέψη προς την ελευθερία, φιλοσοφία της πράξης και πρόταγμα αυτονομίας.
Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και το περιοδικό Πρόταγμα και ο συντάκτης του Νίκος Ν. Μάλλιαρης, που όσοι ασχολούνται με τον μικρόκοσμο της ‘ριζοσπαστικής διανόησης’ ίσως γνωρίζουν από τον υψηλού επιπέδου διαπληκτισμό του με τον Φώτη Τερζάκη το 2008. Ήδη από τότε ο Νίκος Μάλλιαρης επιδίωκε να γίνει πάπας κάποιου Καστοριαδισμού και θεματοφύλακας της κληρονομιάς του και η ρηχότητά του έδωσε αργότερα την ευκαιρία στον Τερζάκη να ξιφουλκήσει ενάντια σε κάποιον φανταστικό ‘Καστοριαδισμό’[1]. Ο Μάλλιαρης δεν πτοήθηκε και συνέχισε να μάχεται ενάντια σε όσους κατά τη γνώμη του παρέκκλιναν από την ορθόδοξη ανάγνωση αυτού που με ανοίκεια οικειότητα αποκαλεί τον ‘φαλακρό φιλόσοφο’ (μάλλον κατά το ‘Φαλακρή τραγουδίστρια’- α, και ο Φουκώ φαλακρός ήταν).
Εσχάτως, στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού του μας έκανε την τιμή να αναφερθεί στο βιβλίο μας ‘Μετά τον Καστοριάδη’ και μάλιστα σε δύο διαφορετικά άρθρα. Κάθε κριτική είναι καλοδεχούμενη και η απάντησή μας θα μπορούσε να είναι η αρχή ενός διαλόγου που ενδεχομένως να έβγαζε τον μικρό κύκλο του Προτάγματος από την θεωρησιακή του απομόνωση. Δυστυχώς, το υψηλό ήθος του Μάλλιαρη δεν μας επιτρέπει να είμαστε ευγενικοί μαζί του. Ο ίδιος, αυθεντική σκιά μιας φανταστικής αυθεντίας, δεν μασάει τα λόγια του ούτε απέναντι στην φαλάκρα του Καστοριάδη, ούτε απέναντι σε όσους διαφωνούν μαζί του. Με τον Μάλλιαρη, όχι τον Καστοριάδη. Δυστυχώς, αν συμφωνείς με τον Καστοριάδη, είναι αδύνατον να μην διαφωνήσεις με τον Μάλλιαρη. Και εδώ ερχόμαστε να δούμε σύντομα το φιλοσοφικό μεγαλείο της Μαλλιαρής κριτικής.
Δυστυχώς, οφείλουμε να αρχίσουμε με ένα δείγμα θρασύτητας, όταν ο μικρός Νικόλας κατακρίνει τους αναρχικούς που πήραν συνέντευξη από τον Καστοριάδη για την εφημερίδα Εκτός Νόμου τον Αύγουστο ’90, καθώς : ‘…οι αναρχικοί συντάκτες της εφημερίδας έσπαγαν τα νεύρα στον φαλακρό φιλόσοφο (sic) με την προσπάθειά τους να του εκμαιεύσουν δήλωση ότι, όντως, η ΕΕ προωθούσε τότε, ένα καθεστώς ημιολοκληρωτικού τύπου’[2]. Δεν έχουμε όλοι την ικανότητα του Μάλλιαρη να γνωρίζουμε την κατάσταση των νεύρων του Καστοριάδη σε μία συνέντευξη που δεν παρευρισκόμαστε, αλλά ο ίδιος προφανώς έχει άλλου τύπου επικοινωνία με τον φιλόσοφο, μεταθανάτια, ειδάλλως δεν εξηγούνται οι εκτιμήσεις του. Ας δούμε όμως και την απάντηση του ίδιου του Καστοριάδη στην επίμαχη συνέντευξη, που αναφέρεται γενικά στα δυτικά καθεστώτα, και φυσικά όχι στην Ε.Ε., η οποία, αν και δεν το γνωρίζει ο Μάλλιαρης, δεν υπήρχε τον Αύγουστο 1990 (!):
‘Δεν νομίζω ότι θα συμφωνούσα με τη γενική σας εκτίμηση. Δεν συζητάω για το τι θα γίνει, είτε σε περίπτωση οικολογικής, περιβαλλοντικής καταστροφής, είτε άλλων, αγνώστων προς το παρόν, εξελίξεων. Εγώ, αυτό που νομίζω αυτή τη στιγμή, είναι κάτι που, αν θέλετε να χρησιμοποιήσετε αυτές τις αναφορές, είναι πολύ πιο κοντά στην ουτοπία του Χάξλεϋ, στον ‘Θαυμαστό νέο κόσμο’, χωρίς τα χημικά μέσα που επικαλείται και άλλα παρόμοια.
Δηλαδή, αυτό το οποίο υπάρχει είναι ένας υπέρ-μαλακός ολοκληρωτισμός, με μια έννοια, ο οποίος είναι ικανός να αφήσει ένα σωρό ‘παράθυρα’, να μην θίξει τις παραδοσιακές κατακτήσεις ελευθεριών και δικαιωμάτων.
Δεν νομίζω ότι υπάρχει επίθεση με την έννοια μιας σαφούς, είτε τρομοκρατίας του κράτους, είτε περιστολής των κλασικών δικαιωμάτων. Νομίζω ότι το σύστημα λειτουργεί πολύ καλά προς το παρόν με την αποχαύνωση την οποία δημιουργεί και ότι δεν έχει ανάγκη από περισσότερη ένταση.’[3]
Προφανώς, ο Καστοριάδης μπορούσε και με σπασμένα τα νεύρα να είναι σαφής και να παραδέχεται ότι δεν γνωρίζει τι θα γίνει σε περίπτωση ‘άγνωστων προς το παρόν, εξελίξεων’. Εμείς τολμάμε να υποστηρίξουμε ότι από το 1990 ή το 1997 μέχρι σήμερα συνέβησαν πολλές ‘άγνωστες’ εξελίξεις. Ζαπατίστας, Αντιπαγκοσμιοποίηση, Δίδυμοι Πύργοι, εξεγέρσεις των προαστίων, Δεκέμβρης του 2008, παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, παγκόσμιο κίνημα των πλατειών και του Occupy, Αραβική Άνοιξη, εμφύλιος στη Συρία, προσφυγική κρίση, για να αναφέρουμε τα γνωστά.
Και σύμφωνα με τον ίδιο τον Καστοριάδη, ο μόνος τρόπος να τον τιμήσουμε είναι να συνομιλήσουμε με την σκέψη του υπό το πρίσμα της εποχής μας, λαμβάνοντας υπόψιν όσα συνέβησαν, και να σκεφτούμε αυτές τις τεράστιας ιστορικής βαρύτητας εξελίξεις που ο ίδιος δεν έζησε, συνεχίζοντας την φιλοσοφική και πρακτική δραστηριότητα. Ο Μάλλιαρης αυτό δεν το συγχωρεί. Οπότε, περνάει στην επίθεση.
Αφού μας ειρωνεύεται ότι ‘έχουν, όπως λένε, διαβάσει τον Καστοριάδη[4]’, μας καταγγέλλει γιατί τολμούμε να ισχυριστούμε πως η εποχή της ασημαντότητας έχει παρέλθει.
Τι σήμαινε αυτή η ασημαντότητα; Ας δούμε τι έγραφε ο Καστοριάδης τότε, το 1990: ‘…δεν βιώνουμε σήμερα μια κρίση με την αληθινή έννοια του όρου, δηλαδή μια στιγμή απόφασης […] ζούμε σε μια φάση αποσύνθεσης. Σε μια κρίση, υπάρχουν, αντίθετα στοιχεία που μάχονται μεταξύ τους – ενώ αυτό που χαρακτηρίζει, ακριβώς, τη σύγχρονη κοινωνία είναι η εξαφάνιση των κοινωνικών και των πολιτικών συγκρούσεων.’[5]
Και πράγματι, κάπως έτσι είχε ο κόσμος τότε. Σήμερα, το 2015, εμείς θεωρούμε ότι η κρίση δεν είναι πλέον παθητική, είναι θερμή, περιέχει την επανεμφάνιση των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων. Έχουμε δει σφοδρές κοινωνικές συγκρούσεις αδιανόητες στο παρελθόν, έχουμε στον τόπο μας βιώσει μία κοινωνική εξέγερση, αναρίθμητες πορείες, ένα τεράστιο κοινωνικό κίνημα κατάληψης των πλατειών, καθώς και την ανάδυση νέων νοημάτων και λειτουργιών, από δίκτυα αλληλεγγύης και αντίστασης μέχρι ελεύθερους κοινωνικούς χώρους. Γνωρίζουμε ότι ο Νίκος Μάλλιαρης δεν τα καταλαβαίνει αυτά, αφού ως κριτής, τα κοιτά αφ’ υψηλού. Για αυτόν, όλη αυτή η εποχή δεν είναι παρά ‘η νεοελληνική εκδοχή της σύγχρονης καταναλωτικής απάθειας’[6] και το γράφει αυτό ανερυθρίαστα. Μπορεί ο ίδιος να αναπαύεται σε κάποια καταναλωτική απάθεια, μαζί με μια μικρή μειοψηφία σήμερα, αλλά είχε άραγε επαναπαυτεί και ο Καστοριάδης; Τι έγραφε ο ίδιος;
‘Από μέρους μου πιστεύω ότι σε όλους τους τομείς της ζωής, τόσο στο «αναπτυγμένο» όσο και στο «μη αναπτυγμένο» τμήμα του κόσμου, τα ανθρώπινα όντα βρίσκονται σε μια πορεία διάλυσης των παλιών σημασιών και ίσως σε μία πορεία δημιουργίας καινούργιων. Ο δικός μας ρόλος είναι να κατεδαφίσουμε τις ιδεολογικές αυταπάτες που τους παρεμποδίζουν στη δημιουργία αυτή.’[7]
Ο Μάλλιαρης θα μας πει όμως ότι ο ‘φαλακρός’ τα έλεγε αυτά το 1974. Τι έλεγε άραγε το 1997, μέσα στην εποχή της ασημαντότητας; Μήπως ήταν το τέλος της Ιστορίας; Ας το δούμε κι αυτό:
‘Η προοπτική που απορρέει δεν είναι η προοπτική μιας «οικονομικής κρίσης» του καπιταλισμού εν γένει με την παραδοσιακή έννοια. Θεωρητικά, ο καπιταλισμός (οι παγκόσμιες επιχειρήσεις) θα μπορούσε να βαστάξει όλο και πιο καλά, μέχρι την ημέρα που ο ουρανός θα πέσει στο κεφάλι μας. Αυτό θα προϋπέθετε εντούτοις, μεταξύ άλλων, ότι η καταστροφή των παλαιών εκβιομηχανισμένων χωρών, ιδίως στην Ευρώπη, και η έξοδος μυριάδων ατόμων από τον παραδοσιακό αιωνόβιο κόσμο τους στις όχι ακόμη εκβιομηχανισμένες χώρες, προς τις τεχνικοποιημένες, αστικοποιημένες κοινωνίες, θα μπορούσαν να συντελεσθούν χωρίς μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές δονήσεις. Πρόκειται για μία δυνατή προοπτική. Δεν είναι σίγουρο ότι είναι η πλέον πιθανή.
Η θεωρητική ανάλυση μπορεί το πολύ να φθάσει μέχρι σ’ αυτόν τον τύπο ερωτημάτων. Τα υπόλοιπα εξαρτώνται από τις δράσεις και αντιδράσεις των πληθυσμών των ενδιαφερόμενων χωρών.’ [8]
Αυτές τις δράσεις και τις αντιδράσεις τις ζούμε σαν ιστορικούς σεισμούς αλλά δεν φτάνουν στο οπτικό πεδίο του Μάλλιαρη, που δεν έχει ανατραφεί, όπως εμείς οι μύωπες ‘με τις διανοητικές αγκυλώσεις και τις εμμονές του εγχώριου αναρχικού χώρου’[9], γι’ αυτό και η κριτική του στην άποψη είναι τόσο βαθιά που τελειώνει εκεί. Ο Μάλλιαρης δεν κατάλαβε καν ότι το Ίντερνετ είναι κάτι καινούργιο.
Έτσι, φτάνουμε στη δεύτερη αναφορά του μεγάλου Καστοριαδιστή στο βιβλίο μας. Εδώ, δεν μας παραχωρεί παρά μια υποσημείωση. Πρέπει να την παραθέσουμε ακριβώς όπως τυπώθηκε:
‘Αν έχει κανείς έστω και στο ελάχιστο ανθιστεί[10] τι διακυβεύεται εν προκειμένω, δυσκολεύεται να μπει σε διαδικασία συζήτησης αφελών απόψεων σύμφωνα με τις οποίες το Ίντερνετ συνιστά απελευθερωτικό εργαλείο που προωθεί, δήθεν, χειραφετητικές εξελίξεις, όπως πιστεύουν οι Α. Σχισμένος και Ν. Ιωάννου…’[11]
Ευχαριστούμε τον Νίκο Μάλλιαρη που προσποιήθηκε πως διάβασε το βιβλίο μας, όπως κάνει και με τον Καστοριάδη, αλλά δυστυχώς δεν το κατάλαβε, όπως και με τον Καστοριάδη. Οφείλουμε να παραθέσουμε ένα δικό μας απόσπασμα:
‘Η ‘εισβολή’ αυτή της διαδικτυακής οικονομίας στο κοινωνικοϊστορικό οδήγησε σε στρατόπεδα εργασίας στην Κίνα όπου κρατούμενοι αναγκάζονται να παίζουν μέχρι εξαντλήσεως το εκάστοτε διαδικτυακό παιχνίδι ρόλων προκειμένου να συλλέξουν αντικείμενα προς πώληση στη μαύρη αγορά προς όφελος της ίδιας της κυβέρνησης. Παράλληλα με αυτές τις ακρότητες, εμφανίζονται κρατικές εταιρείες που προσλαμβάνουν επαγγελματίες παίκτες (που αποκαλούνται gold-diggers) για να συλλέγουν ψηφιακά αντικείμενα οικονομικής αξίας στο πλαίσιο των εικονικών παιγνιο-κόσμων, ώστε να τα ανταλλάξουν με πραγματικά χρήματα στην διαδικτυακή μαύρη αγορά.
Από την άλλη όμως πλευρά, στην πρόσφατη ιστορία είδαμε μία διάχυση του κοινωνικοϊστορικού μέσα στο ψηφιακό και αντιληφθήκαμε πως η διάδραση έχει δύο δρόμους. Από τα wikileaks και το κίνημα των Anonymous, μέχρι τις αραβικές εξεγέρσεις, βιώσαμε μία «εισβολή» της ιστορίας στο διαδίκτυο, κατά τρόπο που κινήσεις που εμφανίζονται καταρχάς στο διαδίκτυο αναπαράγονται και μεταφέρονται στον πραγματικό κόσμο. Και μάλιστα κατά τρόπο εμφατικό, στην περίπτωση της Μέσης Ανατολής του 2011, όταν η ελευθερία επικοινωνίας και διάδρασης έρχονται σε σύγκρουση με ένα καθεστώς λογοκρισίας και σκοταδισμού. Δεν είναι τυχαίο πως στον αραβικό κόσμο το facebook απέκτησε μια απελευθερωτική διάσταση δίπλα στην αποχαυνωτική του λειτουργία, ακριβώς επειδή υπέβαλε τρόπους ελεύθερης επικοινωνίας σε μία κοινότητα στεγανών, κλειστών φαντασιακών σημασιών και βοήθησε άμεσα να καμφθεί η κρατική λογοκρισία.[12]
Δεν τα φανταστήκαμε αυτά, έγιναν. Και προφανώς δεν γράφουμε ότι το Ίντερνετ συνιστά αμιγώς απελευθερωτικό εργαλείο, αλλά ότι με έκπληξη είδαμε πως εκτός από την αποχαύνωση μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη χειραφέτηση. Κι αυτό δεν σημαίνει ότι βλέπουμε μία μόνο όψη. Παρακάτω λέμε:
‘Ωστόσο, όπως είπαμε παραπάνω, η σχέση του ψηφιακού προσώπου με το πραγματικό υποκείμενο και το κοινωνικοϊστορικό του περιβάλλον είναι εξαιρετικά προβληματική. Καταρχάς είναι μία σχέση καθαρής παραπομπής, σε μία κατασκευασμένη ταυτότητα δίχως εξωτερικούς περιορισμούς όπου η φαντασία του ατόμου μπορεί να προβληθεί άφοβα. Πέρα από τους προφανείς ψυχολογικούς κινδύνους για το ίδιο το άτομο, οι οποίοι έχουν οδηγήσει στη δημιουργία ακόμη και κλινικών απεξάρτησης από το διαδίκτυο, τον κίνδυνο της ψυχικής απομόνωσης και ενός επίκτητου ψηφιακού αυτισμού, αυτό δημιουργεί νέα πεδία διακινδύνευσης και για τον δημόσιο λόγο την στιγμή που ο ψηφιακός δημόσιος χώρος δεν υπόκειται στις φυσικές μεταβολές, κοινωνικές αλλοιώσεις και πολιτικούς περιορισμούς του πραγματικού δημόσιου χώρου. Δεν υπάρχει η αντίστοιχη απόδοση ευθύνης όπως στην πραγματική ζωή, και δεν υπάρχει η χρονική και αντικειμενική αμεσότητα της ενσώματης παρουσίας. Η αποσωματικοποίηση της συνείδησης μέσα στο διαδίκτυο συνεπιφέρει μία αποσωματικοποίηση του αισθήματος, που διαμορφώνει έναν εντελώς διακριτό και πλασματικό ψηφιακό δημόσιο λόγο, ο οποίος, αν και δημόσιος, εκφέρεται από τον πραγματικό ιδιωτικό χώρο της οικίας.[13]’
Οπότε, μάλλον ο Μάλλιαρης δεν μας διάβασε, δεν φταίμε εμείς. Μήπως φταίει ο Καστοριάδης; Τι θα έλεγε αυτός; Φυσικά, δεν είμαστε Μάλλιαρης να το γνωρίζουμε. Προσφάτως όμως, κυκλοφόρησε και στα ελληνικά η βιογραφία του Καστοριάδη από τον Francois Dosse, όπου αναφέρεται πως:
‘Ήδη από την εποχή του Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα, άποψη του Καστοριάδη ήταν πως, για να εφαρμοστούν οι αρχές της άμεσης δημοκρατίας σε μια ολόκληρη χώρα, θα πρέπει να αξιοποιηθούν οι τεχνολογίες αιχμής στο πεδίο των επικοινωνιών.’[14]
Ευχόμαστε μετά από αυτό ο κύριος Μάλλιαρης να ασχοληθεί με την καθύβριση του Dosse και να μας αφήσει εκεί που ποτέ δεν τον βρίσκουμε, στα ανοιχτά πεδία του αγώνα για την κοινωνική και ατομική αυτονομία.
Σημειώσεις:
[1] Βλ. Φ. Τερζάκης, «Για τον ‘καστοριαδισμό’ ως ιδεολογία», Βαβυλωνία, τ. 40, Ιανουάριος και Α. Σχισμένος, «Για τον ‘καστοριαδισμό’ ως κατασκευή» (Απάντηση στον Φ. Τερζάκη), Βαβυλωνία, τ. 41, Φεβρουάριος.
[2] Ν. Μάλλιαρης, Editorial, σελ. 60, περ. Πρόταγμα, τ. 8, Νοέμβριος 2015.
[3] Περιοδικό Contact, τ. 10, Νοέμβριος 2007, σελ. 43.
[4] Ν. Μαλλιαρης, Προταγμα, τ.8, σελ.60.
[5] ο.π. σελ. 123
[6] Ν. Μαλλιαρης, Προταγμα τ.8, σελ. 60
[7] Κ. Καστοριάδης, «Σκέψεις πάνω στην «ανάπτυξη» και την «ορθολογικότητα», στον τόμο Χώροι του ανθρώπου, σελ. 43
[8] Κ. Καστοριάδης, H oρθολογικότητα του καπιταλισμού, εκδόσεις Ύψιλον, 1999 σελ. 66-67
[9] Ν. Μαλλιαρης, Προταγμα, τ.8, σελ. 60.
[10] Υποθέτουμε ότι πρόκειται για λάθος στην επιμέλεια του κειμένου, αλλά έτσι τυπώθηκε και με στοχαστές του μεγέθους του Μάλλιαρη δεν μπορείς ποτέ να είσαι σίγουρος, ίσως πράγματι εννοεί ότι η κοινωνία ‘ανθίζεται’.
[11] Ν. Μαλλιαρης, Εισαγωγή στο Χιπστερισμό, υποσ. 84, περ. Πρόταγμα, τ.8, σελ. 173
[12] ‘Μετά τον Καστοριάδη’, εκδ. Εξάρχεια, σελ. 129
[13] ο.π., σελ. 131
[14] Francois Dosse, Καστοριάδης, μια ζωή, εκδ. Πόλις, σελ. 418.
Discussion5 Σχόλια
Δεν θα διάβαζα αυτό το άρθρο, καθότι ούτε το αντίστοιχο τεύχος του προτάγματος εχω διαβάσει, ούτε με εμπνεει ο Καστοριάδης, και δεν έχω διαβάσει και το εν λογω βιβλίο, των εκδόσεων εξάρχεια. Ωστόσο με συγκνησε ένα σημείο του προλόγου, και συγκεκειμένα η πρόταση “Συνέβη στον Πλάτωνα, στον Αριστοτέλη, στον Χέγκελ, στον Μαρξ, ήταν επόμενο να συμβεί, εσχάτως, και στον Καστοριάδη.”.
Αναρωτιέμαι, όντως το πιστέυετε ότι ευσταθεί αυτή η σύγκριση, ή το κάνετε γιατί δεν πάνε καλά οι πωλήσεις?
Αν ισχύει το δεύερο είναι κατανοητό και ανθρώπινο (τα ανθρώπινα είναι ταπεινά…..). Αν ισχύει το πρώτο….μπα, αποκλείεται
Αγαπητή Αρετή,
κι εγώ χάρηκα πολύ τον μικρό μας διάλογο και σε ευχαριστώ ξανά για τα σχόλιά σου που ήταν σημαντικά και απαραίτητα –
σου παραθέτω το λινκ όπου υπάρχει το φύλλο 41 της Βαβυλωνίας με την απάντησή μου στον Τερζάκη : https://issuu.com/babylonia/docs/vavilonia041/19 –
ελπίζω σύντομα να επανέλθεις με κριτικές και απόψεις για τα θέματα που μας ενδιαφέρουν και μας αφορούν, ανυπομονώ να συνεχίσουμε και να διευρύνουμε τις συζητήσεις μας-
Αλέξανδρος Σχισμένος
Αγαπητέ Αλέξανδρε,
Χάρηκα για την απάντησή σου. Οι σύντροφοι στους οποίους αναφέρεσαι είναι, απ’ ότι κατάλαβα, οι αναρχικοί σύντροφοι που πήραν τη συνέντευξη από τον Κ. Καστοριάδη, και στην οποία αναφέρεται στην κριτική του ο Ν.Μ. Σωστά έκανες και μου ανέφερες τις συγκεκριμένες πληροφορίες για τη συνάντησή τους στην Τήνο με τον Κ.Καστοριάδη. Βλέπεις ο Καστοριάδης δεν είχε ταμπού και δεν δίσταζε να συναντηθεί και να συζητήσει με αναρχικούς συντρόφους, και μάλιστα να δεχτεί ότι υπάρχουν πολλά κοινά σημεία όπως και να εξηγήσει τις διαφορετικές προσεγγίσεις. Καταλαβαίνω τον θυμό σας στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Για τον «Καστοριδιασμό» του Ν.Μ δεν θα επιμείνω ούτε εγώ. Δεν ήξερα πάντως ότι την ίδια περίοδο που έγινε η εκδήλωση με τον Curtis (την οποία είχα παρακολουθήσει), έγινε και εκδήλωση στο Νοσότρος. Παρότι το παρακολουθούσα κάπως, προσωπικοί λόγοι κυρίως υγείας δεν μου επέτρεπαν να συμμετέχω περισσότερο. Υπήρχε όντως μια στάση που απέτρεπε γενικά τη συνεργασία με άλλες δυνάμεις που προωθούσαν επίσης τις ιδέες του Καστοριάδη, έστω και αν υπήρχαν διαφοροποιήσεις.
Το κατάλαβα ότι η αναφορά σας στις «σέχτες» οπαδών αναφερόταν και στο δίδυμο Τάτση-Ευαγγέλου. Ήθελα να διευκρινίσω όμως, ότι στον κύκλο του Προτάγματος, κατά τη γνώμη μου, δεν υπήρχε, για τους λόγους που εξήγησα. Την ηλεκτρονική συνέντευξη του Ν.Μ την είχα παρακολουθήσει. Δεν θυμάμαι ακριβώς την έκφραση και δεν βρίσκω την διεύθυνση, αλλά είναι κάτι που έχει αναφέρει πολλές φορές, με την έννοια της άσκησης μιας δημοκρατικής εξουσίας από το λαό που διαφέρει από την άρνηση κάθε εξουσίας, όπως πιστεύουν οι αναρχικοί. Κάπως έτσι νομίζω το εννοούσε, αλλά το προκλητικό του ύφος του και η διάθεση να ανταγωνιστεί τελικά, και όχι να βρει τα κοινά στοιχεία και να εξηγήσει τις απόψεις του, γυρνάνε μπούμεραγκ στον ίδιο. Και με αυτά τελειώνω με την κριτική μου στον Ν.Μ. Κάθε ένας/μία κάνει τις επιλογές του και συνεχίζει την πορεία του.
Θα διαβάσω λοιπόν το βιβλίο, όπως και την κριτική που ασκήθηκε, και θα επανέλθω εάν έχω κάτι ουσιαστικό να πω. Δεν έχουμε τίποτε καλύτερο από τον δημόσιο δημοκρατικό διάλογο, όπως είπες.
Αρετή Παππά
Υ. Ξέχασα να σου ζητήσω να παραθέσεις, αν είναι εύκολο, τη διεύθυνση απο το ν.41 της Βαβυλωνίας με το άρθρο-απάντησή σου, το οποίο δεν μπορώ να βρω.
Αγαπητή Αρετή,
χαίρομαι για το σχόλιο σου και συμφωνώ κι εγώ στα περισσότερα που αναφέρεις – Μιας και μου δίνεται η ευκαιρία, σου απαντώ κυρίως για να ζητήσω συγγνώμη για την αδικία απέναντι σε ανθρώπους που συμμετείχαν στις προσπάθειες του ‘Μάγματος’ και του ‘Προτάγματος’, τις οποίες παρακολουθώ από την αρχή, καθώς φαινόταν προσπάθειες πολύ κοντά και στις δικές μου ανησυχίες και είχα την τύχη να γνωρίζω και κάποιους από αυτούς που πήραν την πρωτοβουλία να σχηματίσουν την ομάδα ΑήΒ – δυστυχώς, η προσωπικότητα του Ν.Μ. εξ αρχής προβλήθηκε σαν ο κεντρικός πυλώνας των ομάδων αυτών, και ο ίδιος ο Ν.Μ. έφτασε στο σημείο να δηλώσει σε ηλεκτρονική συνέντευξη ότι προτιμά τον αυτοχαρακτηρισμό (μιλώντας για το περιοδικό ‘Μάγμα’) ‘εξουσιαστές’ (!) (δεν κατάφερα να βρω το link της συνέντευξης, αλλά την έχω δει και αν κάνω λάθος, ας με διαψεύσει κάποιος) – δεν γνωρίζω τι συνέβη στο εσωτερικό του περιοδικού, δυστυχώς μπορώ να κρίνω μόνο τις δημόσιες τοποθετήσεις –
Ο διάλογος με τον Τερζάκη (https://futura-blog.blogspot.gr/2008/01/blog-post.html) φυσικά ξεκίνησε με το προκλητικό και ρηχό άρθρο του ίδιου του Τερζάκη, στο οποίο απάντησα, όπως λες, στο επόμενο τεύχος της ‘Β, αλλά’ ήταν τόσο χαμηλού επιπέδου, που νομίζω ότι έληξε προς όφελος του Τερζάκη, που, όταν διαφωνεί πέφτει και ο ίδιος σε χαμηλό επίπεδο (όπως καταλαβαίνεις ήταν ειρωνική η φράση μας) – αλλά ήδη από τότε φάνηκε η διάθεση του Ν.Μ. να αναγάγει τον Καστοριάδη σε αυθεντία και τον εαυτό του σε θεματοφύλακα της αυθεντίας – Όσον αφορά τις ‘σέχτες Καστοριαδιστών’ δεν αναφερόμαστε μόνο στον κύκλο του Ν.Μ. αλλά και στην απέναντι όχθη, στον κύκλο των Τάση- Ευαγγελόπουλου που προσπαθούν να προσεταιριστουν τον Καστοριάδη προς όφελος του φιλελευθερισμού – Και οι δύο τάσεις είναι επικίνδυνες στο βαθμό που παραφράζουν τον ίδιο τον Καστοριάδη – Και το έλλειμμα δημοκρατίας που αναφέρεις στον κύκλο του Προτάγματος ήταν κάτι προφανές και στον δημόσιο λόγο του – Δεν ήθελα να αδικήσω τους ανθρώπους που πάλεψαν ενάντια σε αυτές τις τάσεις, διαφώνησαν και αποχώρησαν-
Το ύφος του κειμένου μας καθορίστηκε από την αυθάδεια του Μάλλιαρη απέναντι σε συντρόφους που ο ίδιος αγνοεί, που ήταν πολύ κοντά στον Μπαρμπα-Γιάννη τον Ταμτάκο, τον οποίο είχα την χαρά να γνωρίσω και προσωπικά, που πέρασαν αρκετές μέρες συνομιλώντας με τον Καστοριάδη και τον Ταμτάκο στην Τήνο, που είχαν πραγματικές ανησυχίες και κόστος γι’ αυτές, που συνομίλησαν ως ίσοι προς ίσο με τον μεγάλο φιλόσοφο (και είναι προς τιμήν και του ίδιου) – Ίσως ήταν λάθος μας που δεν παραθέσαμε εκτεταμένα τα εν λόγω αποσπάσματα των κειμένων του- Νομίζω όμως ότι η αλαζονική στάση οδηγεί στο να εμφανίζεται πράγματι ένας παράδοξος ‘Καστοριαδισμός’ και μία τάση απολίθωσης της σκέψης του Καστοριάδη – είναι πολλά κείμενα και παρεμβάσεις που αναδύουν ένα τέτοιο άρωμα, και ήδη από το 2007, όταν διοργανώθηκε η εκδήλωση με τον Curtis από την ομάδα ΑήΒ, αν δεν κάνω λάθος, ήταν προφανής η βούληση ιδιοποίησης της κληρονομιάς του φιλοσόφου – Δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες, απλώς επειδή εκείνη την εποχή διοργανώθηκε και η εκδήλωση για τα 10 χρόνια από το θάνατό του στο Nosotros, μας είχε κάνει αλγεινή εντύπωση πως η εκδήλωση με τον Curtis παρουσιάστηκε ως ανταγωνιστική και όχι ως ευκαιρία να συναντηθούμε όλοι – Είναι προσωπική εκτίμησή μου-
Όσον αφορά την συμμετοχή οποιουδήποτε στους κοινωνικούς αγώνες, δεν ζητάμε φυσικά αγωνιστικά ένσημα, απλώς κρίνουμε την άποψη που προβάλλει μία απαθή και άβουλη κοινωνία ως άποψη κάποιου που δεν έχει καταλάβει τίποτε από τους κοινωνικούς αγώνες – για τον Ν.Μ. πάλι, προσωπική μου εκτίμηση, δεν θα επιμείνω ούτε θα εξηγήσω περισσότερα-
Εμείς χαρήκαμε όταν ακούσαμε ότι στο Πρόταγμα υπήρχαν αναφορές στο βιβλίο μας, εξάλλου γι’ αυτό το γράψαμε, για να γίνει αντικείμενο κριτικής και διαλόγου και όχι δοξολογίας – Είναι οι αγωνίες μας και θέλουμε να τις συζητήσουμε, να δούμε τα λάθη μας, να προχωρήσουμε τον διάλογο με την πιο σφοδρή κριτική – Δυστυχώς, οι εύκολοι αφορισμοί και η επιφανειακότητα του N.M., που έγραψε λίβελο, όχι κριτική, και μάλιστα δίχως ίχνος χιούμορ αλλά με αυθάδεια, δεν μας άφησαν περιθώριο –
Κανείς δεν είναι αυθεντία, κανείς δεν κατέχει την αλήθεια, όλοι μπορούμε να συζητήσουμε και να τσακωθούμε κιόλας, αλλά πρέπει να γίνεται δημόσια και δημοκρατικά – Χαίρομαι πάρα πολύ που το σχόλιό σου είναι ακριβώς σε αυτό το πνεύμα – Έχεις πολύ δίκιο για τη Ροζάβα και νομίζω και ο ίδιος ο Καστοριάδης επέμενε πως η ανάγνωση των βιβλίων δεν μπορεί να υποκαταστήσει το βίωμα της κοινωνικής πραγματικότητας – Η πράξη προηγείται της θεωρίας-
Σε ευχαριστώ πολύ για τις διευκρινήσεις σου και για την ευκαιρία να επανορθώσω την αδικία που συνέβη λόγω γενίκευσης, ελπίζω να κατάλαβες τους λόγους που δεν μπόρεσαμε να είμαστε πιο προσεκτικοί – Ελπίζω να συνεχίσουμε τον ελεύθερο διάλογο,
Αλέξανδρος Σχισμένος
Με κάποιες επιφυλάξεις, επειδή δεν έχω διαβάσει δυστυχώς ακόμη (θα το κάνω άμεσα), το βιβλίο των Α. Σχισμένου και Ν. Ιωάννου αλλά ούτε και το τελευταίο τεύχος του Προτάγματος, θα ήθελα να σχολιάσω το παραπάνω κείμενο. Θα αναφερθώ πρώτα στα σημεία που διαφωνώ με το παραπάνω κείμενο και μετά σε αυτά που συμφωνώ.
Θα αρχίσω όμως με μερικές διευκρινίσεις που θεωρώ απαραίτητες. Αναφέρει το κείμενο:
«Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και το περιοδικό Πρόταγμα και ο συντάκτης του Νίκος Ν. Μάλλιαρης, που όσοι ασχολούνται με τον μικρόκοσμο της ‘ριζοσπαστικής διανόησης’ ίσως γνωρίζουν από τον υψηλού επιπέδου διαπληκτισμό του με τον Φώτη Τερζάκη το 2008. Ήδη από τότε ο Νίκος Μάλλιαρης επιδίωκε να γίνει πάπας κάποιου Καστοριαδισμού και θεματοφύλακας της κληρονομιάς του και η ρηχότητά του έδωσε αργότερα την ευκαιρία στον Τερζάκη να ξιφουλκήσει ενάντια σε κάποιον φανταστικό ‘Καστοριαδισμό’.
Αυτή η «αντιδικία» του Ν. Μάλλιαρη με τον Φ. Τερζάκη, έγινε με αφορμή ακριβώς το κείμενο του δεύτερου που αναφερόταν «σε κάποιον φανταστικό Καστοριδιασμό» και όχι επειδή η «ρηχότητα του Ν.Μ έδωσε την ευκαιρία αργότερα στον Τερζάκη να ξιφουλκήσει …», όπως αναφέρει το κείμενο.
θα σημειώσω ότι, κατά τη γνώμη μου, καθώς είχα παρακολουθήσει τότε τον διάλογο, το ύφος του κειμένου του Φ.Τ, αλλά και δύο σχόλιά του, στον διάλογο που ακολούθησε το κείμενο, δεν θα τα χαρακτήριζα και πολύ «υψηλού επιπέδου», παρότι δέχομαι ότι το ύφος του Ν.Μ ήταν αρκετά εριστικό και υπερβολικό σε κάποια σχόλια. Αν θέλουμε όμως να είμαστε δίκαιοι, το ύφος στον διάλογο εκείνον δεν έδωσε μόνο ο Ν.Μ, αλλά και πολλοί υποστηρικτές των απόψεων του Φ.Τ, οι οποίοι επιτέθηκαν χωρίς επιχειρήματα και με απαράδεκτες βρισιές στον Ν.Μ, ο οποίος τουλάχιστον είχε παραθέσει και επιχειρήματα. Γνώμη μου φυσικά. Παρόλα αυτά, υπήρξαν και δυο-τρείς σχολιαστές οι οποίοι αντάλλαξαν απόψεις με επιχειρήματα. Και ακολούθησε το πολύ ουσιαστικό άρθρο, πάλι στη Βαβυλωνία, του Α. Σχισμένου το οποίο ασκούσε κριτική στο κείμενο του Φ.Τερζάκη. Είχε προηγηθεί δε και ένα κείμενο στο περιοδικό αντί, του Γ. Οικονόμου, το οποίο απαντούσε στην κριτική που είχε ασκήσει στον Καστοριάδη ο Φ.Τ στο δοκίμιό του «Το πνεύμα στην εξορία».
Ο Φ.Τ δεν απάντησε σε κανένα από τα κείμενα που επεσήμαναν λάθη και παρανοήσεις στις κριτικές του. Έχω διαβάσει και πολύ αξιόλογα κείμενα από τον Φ.Τ, αλλά απορώ, ακόμη και σήμερα, τι νόημα είχε το συγκεκριμένο κείμενό του, με το συγκεκριμένο ύφος και τις αφ’ υψηλού υποδείξεις προς τον αντι-εξουσιαστικό χώρο και όλα αυτά τα περίεργα που έγραφε. Δεν μπορώ να δικαιολογήσω τη στάση του, ούτε με τη στάση του Ν.Μ που δήθεν τον ώθησε, ούτε και με το υποτιθέμενο ενδιαφέρον του για τον αντι-εξουσιαστικό χώρο.
Νομίζω ότι ήταν απλώς μια ευκαιρία να επαναλάβει τις ίδιες περίπου κριτικές που είχε ήδη εκφράσει κατά καιρούς για τον Καστοριάδη, και οι οποίες χαρακτηρίζονται από τη γνωστή αμφισημία «δεν τον απαξιώνω» μεν, του αλλάζω τα φώτα δε, διαπράττοντας συγχρόνως αρκετά λάθη και παρανοήσεις. Ωστόσο, το θέμα δεν είναι τόσο στο περιεχόμενο των απόψεών του, όσο στο ύφος του συγκεκριμένου κειμένου.
Μια επίθεση σε μια πολύ μικρή τότε ομάδα νέων (τριών, τεσσάρων), που ασχολούνταν κυρίως με ένα μπλόγκ (το οποίο ο Φ.Τ που δεν ασχολείται καθόλου με το ίντερνετ, όπως έχει δηλώσει, προφανώς δεν διάβαζε ο ίδιος) και αργότερα εξέδιδαν και ένα περιοδικό, στα οποία μιλούσαν με ενθουσιασμό για τον Καστοριάδη. Σιγά το έγκλημα δηλαδή! Από αυτό το σημείο μέχρι να μιλάς για Καστοριδιασμό φρίττοντας, ε, υπάρχει κάποια απόσταση. Αυτά για την ιστορία, κατά την προσωπική μου φυσικά οπτική.
Να διευκρινίσω ακόμη, ότι το 2008 δεν υπήρχε το περιοδικό Πρόταγμα. Υπήρχε το περιοδικό Μάγμα και η ομάδα ΑήΒ που είχε και το ομώνυμο μπλόγκ. Η ομάδα αυτή διασπάστηκε αργότερα και δημιουργήθηκε από μερικά παλιά αλλά και νέα μέλη, η «Πολιτική» ομάδα για την Αυτονομία η οποία εκδίδει το περιοδικό Πρόταγμα.
Και για να μπω στο θέμα μετά τις διευκρινίσεις, οι βασικές διαφωνίες μου αφορούν στο χαρακτηρισμό «σέχτες οπαδών» και «Καστοριδιασμό» που διέπει το περιοδικό Πρόταγμα και τον Ν.Μ, όπως αναφέρονται στο κείμενο. Από προσωπική εμπειρία γνωρίζω και τον κύκλο του Προτάγματος (στον οποίο συμμετείχα για ένα διάστημα) και τον Ν.Μ. Αυτός ο μικρός κύκλος του Προτάγματος δεν είναι ούτε ενιαίος, ούτε σταθερός, ούτε αναλλοίωτος. Έχουν περάσει από αυτόν αρκετά άτομα τα οποία μετά από μικρό ή και μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αποχώρησαν, στη συνέχεια εισήλθαν νέα μέλη κάποια απο τα οποία αποχώρησαν κοκ. Η οργανική σχέση των μελών που εκδίδουν το περιοδικό, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί τελικά (τουλάχιστον μέχρι δυο χρόνια πριν που είχα προσωπική αντίληψη), ήταν πολύ ρευστή και χαλαρή, και οι απόψεις των κατά περιόδους μελών του αρκετά διαφοροποιημένες σε πολλά ζητήματα. Η ομάδα αυτή, που ξεκίνησε με διαφορετικές προοπτικές, εξελίχθηκε σε μια κλειστή και απομονωμένη από το κοινωνικό γίγνεσθαι ομάδα, η οποία περιορίστηκε τελικά μόνο στην έκδοση του περιοδικού, και μάλιστα με έναν συγκεντρωτικό τρόπο γύρω από τον Ν.Μ, ο οποίος δεν έβλεπε νόημα στο κοινωνικό άνοιγμα της ομάδας, και αντιδρούσε σε προτάσεις για συζητήσεις με άλλες ομάδες και κοινωνικούς χώρους. Ωστόσο, μέσα στον ευρύτερο κύκλο ατόμων που κινήθηκε κατά περιόδους γύρω από το περιοδικό, υπήρχαν και διαφωνίες και αποχωρήσεις όπως είπα. Πολλά δε μέλη αυτού του ευρύτερου κύκλου συμμετείχαν ατομικά σε κοινωνικούς αγώνες και είχαν κοινωνικές παρεμβάσεις. Ο ίδιος Ν.Μ ζει από χρόνια στο Παρίσι, πρέπει να πω όμως ότι βρέθηκε εδώ και συμμετείχε και στους αγώνες του 2011, και παλαιότερα στην εξέγερση του 2008.
Έτσι, με μια τόσο ρευστή και χαλαρή σχέση μελών δεν είναι εύκολο να μιλήσει κανείς για «σέχτα οπαδών» και Καστοριδιασμό στον κύκλο του Προτάγματος. Δεν θα μιλούσα όμως για Καστοριδιασμό ούτε στην περίπτωση του Ν.Μ. Θα μπορούσε κανείς να του ασκήσει κριτική για συγκεντρωτισμό και ηγετικές φιλοδοξίες στην ομάδα, στοιχεία που δεν συνάδουν με μια δημοκρατική ομάδα, αλλά δε θα το τραβούσα τόσο ώστε να μιλήσω για Καστοριδιασμό. Οι απόψεις του και οι εμμονές του σε κάποια ζητήματα, όπως για παράδειγμα το θέμα της ασημαντότητας, είναι άλλο ζήτημα. Άλλωστε έχω δει να διαφοροποιούνται οι απόψεις του, από το Μάγμα και την ΑήΒ μέχρι σήμερα, σε αρκετά σημεία, και φυσικό είναι για έναν νέο 22-23 χρονών που ήταν τότε. Θα απέδιδα περισσότερο στην ιδιοσυγκρασία και τον χαρακτήρα του το εριστικό και υπερβολικό μερικές φορές ύφος του, παρά σε δογματισμό, αν και μερικές φορές υπήρχε και αυτός. Δεν θα κυριολεκτούσαμε όμως μιλώντας για Καστοριδιασμό του Ν.Μ και μάλιστα εσχάτως, όπως αναφέρει το κείμενο. Αυτή είναι η προσωπική μου άποψη και εκτίμηση.
Η ίδια απεχώρησα από την ομάδα επειδή έθεσα, με άλλα τρία μέλη, το ζήτημα της απομόνωσης της ομάδας και ζητήματα εσωτερικής δημοκρατικής λειτουργίας, όπως και επειδή αρνήθηκα να συναινέσω στην αποπομπή δυο μελών, όπως ζητούσε ο σκληρός πυρήνας του περιοδικού(2-3 μέλη).
Και βέβαια, εδώ μπαίνει το τεράστιο ζήτημα της διάστασης των ιδεών με την πρακτική μας, το οποίο συναντάται πολύ συχνά δυστυχώς και στους αντι-εξουσιαστικούς και αυτόνομους χώρους.
Τέλος, δεν θα ισοπέδωνα την προσπάθεια που γίνεται, έστω και με όρους που εμένα δεν με καλύπτουν και παρ’ όλες τις διαφωνίες μου, από το Πρόταγμα, στο οποίο έχω διαβάσει ενδιαφέροντα κείμενα με τα οποία συμφωνώ.
Αυτές ήταν οι διαφωνίες μου σχετικά με κάποιους ανακριβείς, λανθασμένους, κατά τη γνώμη μου, χαρακτηρισμούς του κειμένου, και προχωρώ στα σημεία που συμφωνώ. Και αυτά είναι η κριτική που ασκείται στον απομονωτισμό της ομάδας που εκδίδει το Πρόταγμα, αλλά και το περιεχόμενο των απαντήσεων, όπως αναπτύσσονται στο κείμενο. θα καταλάβατε ήδη από τα παραπάνω, ότι με βρίσκει σύμφωνη η κριτική που ασκεί το κείμενο για τον απομονωτισμό και την από απόσταση κριτική της κοινωνίας. Με τις επιφυλάξεις που σημείωσα στην αρχή, να διαβάσω δηλαδή τα βασικά κείμενα, θα έλεγα ότι σε γενικές γραμμές συμφωνώ και με τις άλλες τοποθετήσεις των Α. Σχισμένου και Ν. Ιωάννου, όπως παρουσιάζονται στο παραπάνω κείμενο. Αν αφήσουμε τον ορισμό της ασημαντότητας που έχει δεχθεί πολλές ερμηνείες και διαφωνίες από αρκετούς που συμμερίζονται σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό τις ιδέες του Καστοριάδη, αν και θα συμφωνήσω με τον ορισμό που δίνει ο ίδιος, όπως αναφέρεται στο κείμενο, το σίγουρο είναι ότι υπάρχουν σημαντικές κοινωνικές αλλαγές από το 1997 που έφυγε ο Καστοριάδης. Και φυσικά δεν μπορούμε να τις εξηγήσουμε μόνο με όσα μας άφησε παρακαταθήκη, όσοι/ες συμφωνούμε με τις ιδέες του συνολικά ή μερικά, αλλά να σκεφτούμε μόνοι/ες μας την πραγματικότητα που ζούμε. Θα πρόσθετα σε όσα επισημαίνετε για τους κοινωνικο-πολιτικούς αγώνες που εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια, το παράδειγμα της Ροζάβα. Και το κυριότερο, νομίζω ότι είναι η ανάδυση νέων σημασιών που εμφανίσθηκαν και συνεχίζουν να αναδύονται στις κοινωνίες έστω με πολύ αργό ρυθμό.
Δεν ξέρουμε όντως τι θα έλεγε ο Καστοριάδης σήμερα, αν και για κάποια θέματα μπορούμε να υποθέσουμε μέσα από τη συνολικότερη σκέψη του. Ωστόσο, το ζήτημα δεν είναι τι θα έλεγε ο ίδιος, αλλά τι μπορούμε να σκεφτούμε μόνοι/ες μας. Νομίζω ότι εκεί στοχεύει όλη η σκέψη του, γι αυτό και δεν προσπάθησε να δημιουργήσει σχολή σκέψης. Είναι αστείο να μιλάμε για αυθεντικούς εκφραστές της σκέψης του Καστοριάδη. Από κει και πέρα, όλες οι συζητήσεις που γίνονται, οι αναλύσεις, οι σοβαρές με επιχειρήματα κριτικές, η έμπνευση που μπορεί να μας προκαλέσει η σκέψη του να διαυγάσουμε και εμείς την εποχή και την πραγματικότητα που ζούμε, κρατάνε ζωντανή τη σκέψη του. Άλλωστε πρόκειται για γνώμες και κανείς δεν κατέχει τη μοναδική αλήθεια στα κοινωνικο-πολιτικά θέματα. Προσωπικά προσπαθώ να κατανοήσω και να εμβαθύνω όσο μπορώ στη σκέψη του, η οποία είναι η αλήθεια ότι είναι γραμμένη σε μια γλώσσα κατανοητή, αλλά τουλάχιστον για μένα καθόλου εύκολη, όσο εμβαθύνω, τόσο ανακαλύπτω νέα στοιχεία που μου είχαν διαφύγει.
Νομίζω ότι ο ίδιος ο Καστοριάδης παρατηρώντας κυρίως την κοινωνική πραγματικότητα ερμήνευσε την εποχή του, και όχι με προκαθορισμένες ιδέες και απόψεις.
Αυτά, και με συγχωρείτε για το σεντόνι.
Αρετή Παππά