Είναι Eπαναστατική η Eργατική Tάξη;

3

Zaher Baher

Aυτή, λοιπόν, δεν είναι μία εύκολη ερώτηση για να απαντηθεί σε ένα μικρό άρθρο όπως αυτό. Πριν πάμε παρακάτω, χρειαζόμαστε τον πραγματικό ορισμό της “εργατικής τάξης”. Ομολογώ ξανά ότι ούτε αυτό είναι εύκολο.

Υπάρχουν διάφορες έννοιες ή ορισμοί για την “εργατική τάξη”. Σύμφωνα με το αγγλικό λέξικο του Cambridge είναι “μία κοινωνική ομάδα που αποτελείται από άτομα που κερδίζουν λίγα χρήματα, συχνά πληρώνονται μόνο για τις ώρες ή τις μέρες που δουλεύουν και συνήθως κάνουν σωματική εργασία. Η εργατική τάξη (ή αλλιώς και προλεταριάτο) είναι όλοι όσοι προσλαβάνονται με μισθούς, κυρίως σε χειρωνακτικά επαγγέλματα και σε εξειδικευμένες, βιομηχανικές εργασίες. Τα επαγγέλματα της εργατικής τάξης περιλαμβάνουν εργάτες, κάποιους υπάλληλους γραφείου και τους περισσότερους ανθρώπους με θέσεις εργασίας στον τομέα παροχής υπηρεσιών”.

Ο πιο γενικός ορισμός, που χρησιμοποιείται από μαρξιστές και σοσιαλιστές, είναι ότι η εργατική τάξη περιλαμβάνει όλους αυτούς που δεν έχουν τίποτα να πουλήσουν παρά μόνο την εργατική τους δύναμη και δεξιότητα. Με αυτή την έννοια, περιλαμβάνει και τους εργάτες και τους υπαλλήλους γραφείου, χειρωνάκτες και πνευματικά εργαζόμενους όλων των ειδών, εξαιρώντας μόνο άτομα των οποίων το εισόδημα προέρχεται από την ιδιοκτησία επιχείρησης και την εργασία άλλων.

Είναι πολύ προφανές ότι ο κόσμος στον οποίο ζούσε ο Μαρξ έχει αλλάξει δραματικά, όπως έχει αλλάξει και η ίδια η εργατική τάξη. Αυτό που δεν έχει αλλάξει είναι το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμη τρεις τάξεις – η εργατική τάξη, η μεσαία τάξη και η ανώτερη τάξη. Όσο η πλειοψηφια των μαρξιστών, των σοσιαλιστών και μερικών αναρχικών πιστεύουν ότι η εργατική τάξη είναι η μόνη δυναμική που μπορεί να μας οδηγήσει στη σοσιαλιστική κοινωνία, ο ορισμός της «εργατικής τάξης» εξακολουθεί να είναι σημαντικός. Οι διαφορετικοί ορισμοί της «εργατικής τάξης» μπορούν να μας δώσουν διαφορετικά τελικά αποτελέσματα ή διαφορετικά είδη κοινωνίας στο μέλλον.

Πολλοί από εμάς πιστεύουν ότι η πλειοψηφία της κοινωνίας ανήκει στην εργατική τάξη.  Αυτή περιλαμβάνει όλων των ειδών του εργάτες, συνταξιούχους, ανέργους, αυτο-απασχολούμενους φοιτητές ακόμη και όσους κερδίζουν πολλά λεφτά και οι οποίοι μερικές φορές αποκαλούνται μεσαία τάξη.

Αν ορίσουμε την εργατική τάξη με αυτούς τους όρους, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι δεν αποτελεί μία ενιαία τάξη, οι σκοποί της είναι διαφορετικοί και η ενότητα μεταξύ των μελών της είναι πιθανόν αδύνατη. Ίσως αυτός είναι και ο λόγος της ελλειπής υποστήριξης ή αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της, που οδηγεί στην ήττα τους όταν προάγουν ξεχωριστά αιτήματα.

Ακόμη κι αν συμφωνήσουμε πως οι παραδοσιακοί εργάτες συν οι απασχολούμενοι σε αγρούς, καταστήματα, γραφεία, βιομηχανίες εστίασης, κ.α. αποτελούν την εργατική τάξη, συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε ένα άλλο πρόβλημα. Όσο αυτοί δεν γίνονται πλειοψηφία στην κοινωνία, δεν μπορεί να επιτευχθεί η αταξική κοινωνία που επιθυμούμε. Επιπλέον, λόγω των διαφορετικών συνθηκών εργασίας και των διαφορετικών συνδικαλιστικών οργανώσεων που αυτοί ανήκουν, η αλληλεγγύη και η ενότητα ανάμεσά τους καθίσταται πολύ δύσκολη.

Πριν να προχωρήσουμε παρακάτω, θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι είναι μία επανάσταση; Είναι κάποια θεμελιώδης μεταρρύθμιση; Είναι ο ταξικός αγώνας που αναμένεται να μας οδηγήσει στη δικτατορία του προλεταριάτου; Ίσως μία βίαιη ανατροπή της κυβέρνησης ή της κοινωνικής τάξης υπέρ ενός νέου συστήματος; Ή είναι απλά ένας κοινωνικός μετασχηματισμός που έχει ως αποτέλεσμα μία μη-ιεραρχική και αταξική κοινωνία μέσω ενός αγώνα της συντριπτικής πλειοψηφίας μας, ανεξαρτήτως του διαφορετικού κοινωνικού μας υπόβαθρου;

Κατά την άποψή μου, επανάσταση είναι η κοινωνική επανάσταση και αποτελεί μία μακρά διαδικασία που μας οδηγεί σε αυτό το μέλλον. Πιθανώς να μοιραζόμαστε κοινους σκοπούς με τους μαρξιστές και τους κομμουνιστές αλλά οι τρόποι και τα μέσα για να τους πετύχουμε είναι πολύ διαφορετικοί.

Όποιος κι αν είναι ο ορισμός της εργατικής τάξης, όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι στον αισθητό κόσμο η εργατική τάξη δεν είναι επαναστατική τάξη.  Κι αν το νόημα της επανάστασης είναι να αλλάξει την υπάρχουσα κοινωνία σε μία αταξική και μη-ιεραρχική, τότε κατά τη γνώμη μου, δεν ήταν ποτέ επαναστατική.  Η επανάσταση δεν είναι υπόθεση της εργατικής τάξης, ούτε ήταν ποτέ.

Ένα σημαντικό ερώτημα τίθεται εδώ. Αν η εργατική τάξη είναι μία επαναστατική τάξη, γιατί οι μαρξιστές θέλουν να φτιάξουν ένα πολιτικό κόμμα-πρωτοπορία για να την οργανώσουν και να της μεταφέρουν την ταξική συνείδηση;

Ο Μαρξ έκανε μία καίρια δήλωση λέγοντας: «Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το Είναι τους, αλλά αντιθέτως, το κοινωνικό τους Είναι που καθορίζει τη συνείδησή τους». Νομίζω πως ο Μαρξ εδώ αντιφάσκει με την ίδια του τη δήλωση, επιμένοντας πως η επανάσταση είναι έργο της εργατικής τάξης.

Η εργατική τάξη από τις απαρχές της μέχρι σήμερα έδωσε οικονομικούς και όχι πολιτικούς αγώνες και δεν έχει πάρει την εξουσία.  Ως εκ τούτου, οι εργάτες περιορίζουν τους αγώνες τους δουλεύοντας με τα συνδικάτα και βασίζονται σε πολιτικά κόμματα. Εργάζονται και αγωνίζονται σύμφωνα με την παραπάνω δήλωση του Μαρξ και έτσι η συνείδησή τους δεν μπορεί να απελευθερωθεί από αυτό για να δημιουργήσει μία αταξική κοινωνία και να αντικρούσει τη δικτατορία του προλεταριάτου. Δεν είναι ούτε ενάντια στο κράτος, ούτε θέλουν τη δικτατορία του προλεταριάτου. Ο Μαρξ δεν ήταν δίκαιος με το να τους επιβάλλει έναν τόσο βαρύ ρόλο πάνω στις πλάτες τους.

Προσωπικά, από τη δήλωση του Μάρξ συμπεραίνω κάτι αρκετά σαφές. Οι εργάτες δεν θα έπρεπε να θεωρούνται πιο επαναστάτες από τους συνταξιούχους, τους φοιτητές, τους ανέργους, τα άτομα με αναπηρία και άλλους. Όσοι εργάζονται μπορεί να είναι πολύ καλύτερα οικονομικά από ό,τι οι ομάδες που προανέφερα. Σίγουρα αυτός είναι ο λόγος που συνήθως βλέπουμε τις παραπάνω ομάδες να είναι πιο δραστήριες. Είναι αυτές που συμμετέχουν στις διαδηλώσεις και στις διαμαρτυρίες και ασχολούνται με τα πολιτικά ζητήματα της κοινότητας. Είναι αυτές που υποστηρίζουν τους εργάτες που βρίσκονται σε διαμάχη με τη διεύθυνσή τους ενώ οι ίδιοι τους οι συνάδελφοι από άλλους τομείς του ίδιου γραφείου ή της ίδιας εταιρίας συνεχίζουν να υπακούν σε ό,τι τους λένε οι από πάνω.

Είναι αλήθεια ότι η εργατική τάξη έχει τη δύναμη και την ικανότητα να ρίξει μία κυβέρνηση σε σύντομο χρονικό διάστημα αν κάνει συγκεκριμένες δράσεις συλλογικά. Μπορεί να κάνει το σύστημα να μην λειτουργεί, αλλά αυτό δεν είναι ο στόχος της ή το έργο της. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μία συντηρητική κυβέρνηση μπορεί να αμφισβητήσει τα συνδικάτα και να τα οδηγήσει στο δικαστήριο αν αυτά έχουν πολιτικά αιτήματα αντί για οικονομικά.

Η παγκόσμια ιστορία του εργατικού κινήματος δείχνει ότι αυτοί που ήθελαν να αλλάξουν την κοινωνία δεν ήταν η εργατική τάξη συνολικά. Στην πραγματικότητα, ήταν οι σοσιαλιστές και οι αναρχικοί εργάτες από την εργατική τάξη που αποτελούσαν τα πιο δυναμικά στοιχεία στα περισσότερα κινήματα και στην κοινωνία.

Μπορούμε να το δούμε αυτό στη Ρωσία του 1905 ή τον Φεβρουάριο του 1917 και στην Ισπανική επανάσταση το 1936-1937 καθώς ήταν αναρχικές/σοσιαλιστικές επαναστάσεις. Ήταν οι σοσιαλιστές και οι αναρχικοί εργάτες που είχαν τον σημαντικότερο ρόλο και που αποτέλεσαν τις κινητήριες δυνάμεις πίσω από τους υπόλοιπους εργάτες ώστε να υπερβούν τα οικονομικά τους αιτήματα.

Η αρχική ιδέα πίσω από το προλεταριάτο ως επαναστατικής τάξης και δημιουργού της σοσιαλιστικής κοινωνίας είναι ο Μαρξ. Η πραγματικότητα έχει αποδείξει ότι η οικονομική και πολιτική του θεωρία εξυπηρέτησε περισσότερο τον καπιταλισμό παρά τον σοσιαλισμό. Το Κεφάλαιο δεν υπήρξε τόσο σημαντικό για την εργατική τάξη όσο για αυτούς που υπηρετούν το καπιταλιστικό σύστημα. Στο άρθρο μου στον παρακάτω σύνδεσμο έχω θίξει αυτό το ζήτημα: https://zaherbaher.com/2016/10/06/leftists-and-communists-have-damaged-the-socialist-movement-as-much-as-the-right-wing-did/

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο κόσμος άλλαξε και τα κινήματα της εργατικής τάξης συνεχώς αποδυναμώνονταν. Για μία μακρά περίοδο, η εργατική τάξη κατάφερε πολύ λίγα ανά τον κόσμο. Στην πραγματικότητα, δεν κατάφερε καν να διατηρήσει και να προστατέψει τις μικρές νίκες που είχε πετύχει.

Υπό το υπάρχον σύστημα η εργατική τάξη έχει γίνει ακριβώς αυτό που ο Μάρεϋ Μπούκτσιν περιέγραφε: «Από μία απίστευτη ειρωνεία της ιστορίας, ο Μαρξ απέτυχε στη διαλεκτική με τον καπιταλισμό. Το προλεταριάτο, αντί να εξελιχθεί σε μία επαναστατική τάξη εντός της μήτρας του καπιταλισμού, φαίνεται να αποτελεί ένα όργανο εντός του σώματος της αστικής κοινωνίας…» (The Murray Bookchin Reader, Edited by Janet Biehl, pp131-132).

Πράγματι, η εργατική τάξη κατάφερε να κάνει το σύστημα πιο ισχυρό διατηρώντας και προστατεύοντάς το. Οι εργάτες υπηρετούν αυτό το σύστημα όπως όλοι οι άλλοι τομείς της κοινωνίας, όπως η αστυνομία, ο στρατός και οι μυστικές υπηρεσίες.

Είναι η εργατική τάξη που δημιουργεί τον πλούτο, το κέρδος, το κεφάλαιο και συντηρεί τον πόλεμο όπου αυτός ξεσπά. Ο πόλεμος σκοτώνει πολλούς αθώους καταστρέφοντας τα περιβάλλοντά τους. Οι εργάτες εξακολουθούν να παράγουν περισσότερα κέρδη και πλούτο και να ματαιώνουν κινήματα άλλων ανθρώπων συμπεριλαμβανομένων και άλλων εργατών σε άλλα μέρη του κόσμου. Επιπλέον, τα στοιχεία δείχνουν πως οι εργάτες ενδιαφέρονται μόνο για τη ζωή τη δική τους και της οικογένειάς τους ακόμη κι αν το κόστος για αυτό είναι να σκοτωθούν άνθρωποι (σύντροφοί τους) σε άλλες χώρες.

Πρέπει να το καταλάβουμε αυτό και να δούμε τα στοιχεία αντί να πιστεύουμε σε κείμενα που γράφτηκαν πριν από 150 χρόνια. Χρειάζεται οι ζωντανοί να αναλύσουμε τις τρέχουσες συνθήκες, όχι οι νεκροί. Πρέπει να θυμόμαστε ότι ο αναρχισμός δεν είναι μία αποκρυσταλλωμένη ιδεολογία, είναι μία ιδεά, ένας τρόπος ζωής, μία πρακτική μέθοδος ανάλυσης των συμβάντων και των καταστάσεων μέσα από τα γεγονότα και την πραγματικότητα, πέρα από τα κείμενα.

Το να θεωρούμε την προλεταριακή “εργατική τάξη” ως τη μόνη που μπορεί να μας οδηγήσει προς τον σοσιαλισμό σημαίνει τον περιορισμό της επανάστασης σε βιομηχανοποιημένες μόνο χώρες και πουθενά αλλού. Σημαίνει την παράβλεψη του γεγονότος ότι οπουδήποτε υπάρχει έλλειμμα κοινωνικής δικαιοσύνης, ισότητας ή ελευθερίας εκεί υπάρχει ένα ώριμο περιβάλλον για επανάσταση και δημιουργία μίας σοσιαλιστικής/αναρχικής κοινωνίας. Σημαίνει το να αρνούμαστε στις προ-καπιταλιστικές κοινωνίες ότι έχουν την ευκαιρία μίας σοσιαλιστικής επανάστασης αφού η προλεταριακή τάξη και η προηγμένη τεχνολογία απουσιάζουν. Σημαίνει πως δεν εξετάζουμε σοβαρά το ζήτημα της ιεραρχίας, η οποία διαμόρφωσε την ανάπτυξη  των τάξεων και την ταξική κοινωνία. Σημαίνει πως δεν εξετάζουμε τα οικολογικά ζητήματα ως τα κεντρικά ζητήματα στην επαναστατική διαδικασία.

Η επανάσταση πρέπει να είναι μία κοινωνική επανάσταση. Είναι επανάσταση ολόκληρης της κοινότητας, όχι επανάσταση μόνο της εργατικής τάξης. Χρειάζεται να είναι μία επανάσταση που περιλαμβάνει σχεδόν όλους μέσα σε μία κοινότητα ανεξάρτητα από τα διαφορετικά τους υπόβαθρα και που τους εμπλέκει με διαφορετικούς τρόπους. Προϋποθέτει την αυτοοργάνωση σε ριζοσπαστικές, ανεξάρτητες, και μη-ιεραρχικές τοπικές ομάδες, οι οποίες συντονίζουν τους αγώνες τους, τις δράσεις τους και θεσμίζουν μία συνομοσποδία ώστε να αντεπιτεθούν στο σύστημα ως μία ολότητα.

————————————————————————-

Ο Zaher Baher είναι συγγραφέας κουρδικής καταγωγής ο οποίος ζει στην Αγγλία. Είναι μέλος του Αναρχικού Φόρουμ του Κουρδιστάν και συγγραφέας του βιβλίου The Experiment of West Kurdistan: Feminism, Anti-Sectarianism and Collectivism in the Syrian Revolution, AK Press, 2016.

Zaherbaher.com
Μετάφραση: Σοφία Παπαγιαννάκη

image_pdfimage_print

Discussion3 Σχόλια

  1. Δεν είναι οι “μαρξιστές” που ευαγγελίζονται το κόμμα ως φορέα συνείδησης, είναι το μόρφωμα που αυτοαποκαλείται “μαρξιστές-λενινιστές”, εννοώντας ότι ο Λένιν ήταν μαρξιστής και, ως ηγέτης ενός κόμματος που πήρε την εξουσία, η μοναδική αυθεντία από εκείνο το ιστορικό σημείο και μετέπειτα (Οκτώβρης ’17) του οποίου η σκέψη -ως, υποτίθεται, δοκιμασμένη- έπρεπε να είναι οδηγός για την κοινωνική χειραφέτηση.

    Το προλεταριάτο μέσα στην ιστορία έδωσε πλήθος κοινωνικών αγώνων, οι οποίοι θέλοντας και μη, συνειδητά ή ασυνείδητα, έθεταν ζήτημα εξουσίας: από την Κομμούνα, τους αντιαποικιοκρατικούς αγώνες, την Γερμανία του Μεσοπολέμου, την Ισπανία του ’36, τον Μάη του ’68. Ως εκ τούτου οι κοινωνικοί αγώνες είναι πολιτικοί αγώνες και η μη αναγνώριση του συγγραφέα ως προς αυτό προδίδει άγνοια ιστορίας και έλλειμμα κατανόησης του ιστορικού υλισμού.

    Όσον αφορά τον ορισμό του προλεταριάτου, αλλά και γενικότερα το πρίσμα υπό το οποίο ένας προοδευτικός οφείλει να βλέπει την ιστορία, ο Μαρξ δεν ήταν το τέλος: ναι, το προλεταριάτο είναι η κοινωνική τάξη η οποία επιβιώνει μέσα από την πώληση της εργατικής της δύναμης αλλά αυτό που την ορίζει και την όριζε είναι η απουσία ελέγχου πάνω στην ζωή της μέσα στον καπιταλισμό. Ο ορισμός αυτός περιλαμβάνει πληθώρα ανθρώπων σε πολλές δουλειές ταυτόχρονα όμως με τον κοινωνικό ρόλο που επιδύονται, σημαντική ένδειξη του οποίου είναι το πώς ένας άνθρωπος στοχεύει να ξοδέψει το εισόδημά του στην μεταπολεμική κοινωνία: π.χ. πώς μεταφέρεται από το ένα μέρος στο άλλο (ΜΜΜ και εισητήριο-Ι.Χ. και βενζίνη) και για ποιόν λόγο (για να πάει στην δουλειά του; για να πάει στην καφετέρια; για να ταξιδέψει; και πώς; με πλοίο, με αεροπλάνο; για να ψωνίσει; και πού; και τι θα ψωνίσει;). Ο καπιταλισμός αυτοπροβάλλεται ως εγγενώς δημοκρατικός διότι δίνει επιλογές στο προλεταριάτο για το πού θα ξοδευτεί το εισόδημα, καθώς έχει εμπορευματοποιήσει σχεδόν όλους τους τομείς της καθημερινότητας με πρώτο και κύριο αυτόν του λεγόμενου “ελεύθερου χρόνου”. Έτσι, ένας φοιτητής ή μαθητής δημοσίου ιδρύματος, παρόλο που δεν δουλεύει είναι προλετάριος διότι φοιτά σε ιδρύματα του συστήματος και ξοδεύει το χαρτζιλίκι του στα διαθέσιμα εμπορεύματα πάνω στην παραγωγή των οποίων και στην διανομή δεν έχει κανέναν λόγο, παρά μόνο την επιλογή αγοράς ή μη. Αντίθετα, ένας CEO με τρία εξοχικά και ιδιωτικό τζετ δεν είναι προλετάριος διότι ενώ τεχνικά πουλάει την εργατική του δύναμη αποτελεί μέλος μιάς ελιτ που επιβλέπει την εργασία του προλετάριου, καθορίζει την ζωή του προλετάριου και μπορεί μάλιστα να έχει και τμήμα ιδιοκτησίας της επιχείρησης με την μορφή μετοχών. Επηρεάζει δηλαδή την πραγματικότητα ΕΝΤΟΣ του καπιταλισμού. Οδηγός για τον προοδευτικό εργάτη πρέπει να είναι η υπενθύμιση στον εαυτό του ότι πηγή της ταξικής κοινωνίας είναι ο πρωταρχικός κοινωνικός διαχωρισμός: αυτός της εξουσίας (όπως συμφωνεί και ο συγγραφέας).

    Το να ανατρέχουμε σε κλισε για τον Μαρξ και να έχουμε μιά συγκεκριμένη εικόνα του εργάτη, είναι ιδεολογικοποίηση του ιστορικού υλισμού και δεν μπορούμε με αυτόν τον τρόπο να κρίνουμε ούτε το παρόν ούτε την ιστορία, μπορούμε μόνο να αφηγηθούμε και να αναλογιστούμε την αναπαράστασή της, κάτι στο οποίο θέλουν να εμποτίσουν την εργατική τάξη οι κνίτες και είναι ως εκ τούτου ανταγωνιστικοί ως προς την απελευθέρωσή της.

    Όταν ο Μαρξ έγραφε για “επαναστατικό υποκείμενο” λοιπόν, εννοούσε τα αντιτιθέμενα συμφέροντα προλετάριων (ημών) και αφεντικών, για την οριστική επίλυση των οποίων, όπως ο ίδιος και ο Ένγκελς θεωρούσαν επηρρεασμένοι από την Γαλλική Επανάσταση, οι τωρινοί κοινωνικοί αγώνες θα κλιμακώνονταν σε μιά επανάσταση, μια συνολική ρήξη που θα αναδιάρθρωνε την κοινωνία καθώς θεμελιακά δεν προβλεπόταν συμβιβασμός αυτών των συμφερόντων. Και όντως τα συμφέροντα αυτά, όπως φαίνεται ξεκάθαρα σήμερα, στην εποχή των μνημονίων (και ουχί “κρίσης) δεν συμβιβάζονται, παρόλο που παρουσιάζονται (και παρουσιάζονταν) ως ταυτόσημα. Στον βαθμό όμως εκείνο που η αστική τάξη παρουσιάζει επιτυχώς και πείθει την εργατική τάξη για αυτήν την ευθυγράμμιση (ντόπα), σε συνδυασμό με το νταβατζιλίκι που επιβάλλεται στην τελευταία (δηλαδή την απαλλοτρίωση της εργατικής δύναμης από κάθε λογής ιδιοκτήτες, όπως κόμματα οπαδικούς συνδέσμους, συμμορίες και τριτοβάθμια ή πουλημένα συνδικάτα) τόσο οι κοινωνικοί αγώνες ασθενούν.

    Άστοχη λοιπόν, επιεικώς, η παράγραφος που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας “«Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το Είναι τους, αλλά αντιθέτως, το κοινωνικό τους Είναι που καθορίζει τη συνείδησή τους». Νομίζω πως ο Μαρξ εδώ αντιφάσκει με την ίδια του τη δήλωση, επιμένοντας πως η επανάσταση είναι έργο της εργατικής τάξης.”

    Κρίνεται εδώ αποσπασματικά, άρα θεαματικά, η φιλοσοφική θέση του ιστορικού υλισμού ότι ο άνθρωπος είναι προϊόν του περιβάλλοντός του, αντιπαραβαλλόμενη σε μιά παρεξηγημένη ερμηνεία του όρου “έργο”, προφανώς με την χιλιοειπωμένη έννοια της “ιστορικής αποστολής”.
    Και αν ακόμα θεωρήσουμε ότι ο Μαρξ έδινε μεταφυσική αξία στον όρο “έργο”, παραμένει το ζήτημα των αντιτιθέμενων και άρα ασυμβίβαστων συμφερόντων της εργατικής και της αστικής τάξης.

    Ο ιστορικός υλισμός δικαιώνεται ιστορικά (που είναι το μόνο κριτήριο) αν όχι και ορθολογικά, αν ανατρέξουμε στις περιόδους που το προλεταριάτο ήταν στις καλύτερες συνθήκες ύπαρξης του, ως ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ σύγκρουσης με την αστική τάξη: Κούβα, Βιετναμ, Ισπανία του ’36, Μεξικό του Ζαπάτα αλλά και Τσιαπας, Κομμούνα, Ελεύθερη Ελλάδα της Κατοχής, Ρωσία των απεργιών του 1905.

    Οποτεδήποτε η καθημερινότητα διεκδικείται, σπάει το συνεχές της καπιταλιστικής μηχανής, έστω και για λίγο. Αυτό επηρρεάζει τις συνειδήσεις των παρόντων, είτε πρόκειται για άρνηση πληρωμής εισητηρίου σε ΜΜΜ, είτε για άρνηση σύμπλευσης με σωματικό έλεγχο σε checkpoint, είτε για στάση εργασίας, είτε για λούφα και σαμποταζ, είτε για κατάληψη εργοστασίου και (ελεύθερη) διανομή των αγαθών (π.χ. ΒΙΟΜΕ, Εργαζόμενοι ΜΕΤΡΟ-ΗΣΑΠ), είτε για συνέλευση χωριού όπου αποφασίζεται τα αγροτικά αγαθά να διανείμονται μόνο σε σε άλλες συνελεύσεις χωριών και όχι σε μαλάκες ιδιοκτήτες, είτε για οχυρωμένες Κομμούνες, είτε για την συνειδητή καταδίκη και καταγγελία της διείσδυσης οπαδικών στρατών με την προβιά των προοδευτικών στους παραπάνω αγώνες.

    Η αφετηρία του Κούρδου συγγραφέα δείχνει μιά ιστορική διάσταση, που πρέπει να ιδωθεί και να εμπεδωθεί: Ισχυρίζεται ότι η επανάσταση είναι ζήτημα “όλης της κοινότητας και όχι μόνο των εργατών”. Και έχει δίκιο, στον βαθμό που οι εθνικές επαναστάσεις ξεκινάνε ως συμμαχία τάξεων, αστικής (πόλη) και εργατικής(πόλη, ύπαιθρος) με την αγροτική (ύπαιθρος).
    Το κίνημα των πλατειών στην απαρχή της εποχής των μνημονίων εν δυνάμει απειλούσε την εξουσία και για αυτό κατεστάλλη με βία. Ο λόγος της αποτυχίας του δεν ήταν ότι δεν ήταν καθαρά εργατικό, ήταν ότι αντιθέτως, ενώ δημιουργήθηκε ως απόπειρα υπεράσπισης της προλεταριακής ζωής και καθημερινότητας από την επερχόμενη χειροτέρευση, το ίδιο το κίνημα δεν είχε αναπτύξει συνείδηση αυτής του της ιδιότητας γιατί μεγάλο κομμάτι του βρισκόταν υπό την ψευδαίσθηση της υπεράσπισης ΕΘΝΙΚΩΝ συμφερόντων (ενώ η αστική τάξη έτριβε τα χέρια της μπροστά στην έλευση του μνημονίου) αφενός, αντίληψη που το οδήγησε στο να μην θέσει άμεσο ζήτημα εξουσίας, αφετέρου, με αποτέλεσμα να ηττηθεί με την μικρότερη δυνατή προσπάθεια από την μεριά του κράτους.
    Αντίστροφα, οι Κούρδοι θέτουν ζήτημα εξουσίας που ακόμα και αν ταυτίζεται με τα συμφέροντα των Κούρδων προλετάριων (ως καταπιεζόμενη μειονότητα) προς το παρόν, τελικά στοχεύει στην απρόσκοπτη ύπαρξη ενός εθνικού κράτους, που είτε θα ακολουθήσει το παράδειγμα της Ιρλανδίας (διχασμένο και αστικό), είτε της Κούβας (εννοώντας εργατικά προσανατολισμένο και απομονωμένο), ανάλογα με το αν θα επικρατήσουν τα ένοπλα προλεταριακά συμβούλια ή αν θα ευθυγραμμιστούν με σκληρές κομματικές γραμμές ή/και φατρίες.
    Η ουσία είναι ότι “το όπλο της κριτικής δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κριτική των όπλων”. Σε κάθε περίπτωση, ο συγγραφέας έχει σημείο αναφοράς τις εθνικές επαναστάσεις και το συμπέρασμα του ότι
    “Το να θεωρούμε την προλεταριακή “εργατική τάξη” ως τη μόνη που μπορεί να μας οδηγήσει προς τον σοσιαλισμό […] σημαίνει το να αρνούμαστε στις προ-καπιταλιστικές κοινωνίες ότι έχουν την ευκαιρία μίας σοσιαλιστικής επανάστασης αφού η προλεταριακή τάξη και η προηγμένη τεχνολογία απουσιάζουν” είναι λανθασμένο, πρώτον γιατί δεν είναι σωστά εννοημένο το προλεταριάτο όπως εξηγήθηκε, δεύτερον γιατί η μία συνθήκη δεν αποκλείει την άλλη αναγκαστικά (οι αντιαποικιοκρατικοί αγώνες ήταν και είναι ταξικοί αγώνες ενάντια στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας και έγιναν, εξ ορισμού, από μη βιομηχανικά έθνη), και τρίτον γιατί ο σοσιαλισμός δεν θα στεριώσει ποτέ αν δεν ανατραπεί η αστική εξουσία στα κέντρα του ολοκληρωμένου καπιταλισμού, δηλαδή την Ευρώπη, την Αμερική, και τις νεοεισερχόμενες μεγάλες δυνάμεις, όπου το στοίχημα παραμένει η ενσωμάτωση του προλεταριάτου και της αγροτιάς στον εθνικό κορμό διότι εξ ορισμού σε αυτούς τους τόπους το προλεταριάτο έχει την δυνατότητα να αμφισβητήσει ευθέως το σύστημα διανομής των αγαθών και να αλλάξει τον ρου της ιστορίας. Εν ολίγοις, οι Κούρδοι βρίσκονται δύο ιστορικές φάσεις πίσω. Η Κίνα που βρίσκεται μία, ολοκληρώνεται σαν καπιταλιστικό κέντρο και όσο προχωράει η δυνατότητα διεθνούς προβολής της ισχύος της, τόσο θα ανταγωνίζεται να γίνει υπερδύναμη.
    Αν ο συγγραφέας δεν έβλεπε την ιστορία γραμμικά, όπως οι “μαρξιστές” που κατηγορεί, θα μπορούσε να διακρίνει ότι και πισωγυρίσματα γίνονται και δεν είναι όλος ο κόσμος ίδιος.
    Δεν είναι λοιπόν ούτε όροι απαρχαιωμένοι, ούτε μεταφυσικοί όπως θέλει να τους παρουσιάσει ο συγγραφέας.
    Το αν αυτή η ιστορική φάση (που θα αποτελεί την απαρχή του κομμουνισμού ΑΝ συμβεί πριν εξαφανιστεί η ανθρωπότητα) θα ξεκινήσει από την περιφέρεια για να ανατρέψει τα κέντρα ή αν θα ξεκινήσει στα κέντρα και μοιραία θα καταλήξει στην περιφέρεια και αν θα είναι προϊόν ένοπλης σύγκρουσης ή αδυναμίας του καπιταλισμού να εκμεταλλευτεί εμπορικά περαιτέρω τους φυσικούς πόρους, μέλλει δείξαι.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ